Μπορεί να οφείλεται σε αίτια μικροβιακά ή σε μη μικροβιακά, όπως είναι τα χημικά, καυστικά, μηχανικά και λοιπά. Αναλογικά με την εξέλιξη διακρίνουμε την οξεία, υποξεία και χρόνια τραχηλίτιδα. Όπως όμως και να ξεκινήσει η φλεγμονή, τελικά καταλήγει να γίνει μικροβιακή.
Η μόλυνση του τραχήλου ευνοείται από τον τοκετό, όπου δημιουργούνται μικρο-σχισίματα. Από την έκτρωση, που, και αν ακόμη γίνει σε ιδεώδεις συνθήκες ασηψίας, δημιουργεί διαβρώσεις. Από τις σεξουαλικές σχέσεις. Μπορεί
επίσης να την ευνοήσει και η εμμηνορροή, η οποία δημιουργεί ευνοϊκό
περιβάλλον για τον πολλαπλασιασμό των μικροβίων και την άνοδο των
μικροβίων του κόλπου. Τέλος, η μόλυνση μπορεί να ευνοηθεί από την τοποθέτηση διαφραγμάτων ή άλλων ερεθιστικών αντισυλληπτικών φαρμάκων. Το πιο
συχνό μικρόβιο πριν εμφανιστούν τα αντιβιοτικά ήταν ο γονόκοκκος, καθώς
και ο στρεπτόκοκκος, ιδίως στις τραχηλίτιδες μετά τον τοκετό ή την
έκτρωση. Επίσης συχνά είναι και τα εντεροβακτηρίδια,
κολοβακτηρίδια, πρωτεύς, λόγω της γειτνίασης του πρωκτού και της κακής
υγιεινής περιποίησης της περιοχής.
Συμπτώματα-Εξέλιξη
Αυτά είναι
η λευκόρροια, υγρά που βγαίνουν από τον κόλπο και μπορεί να είναι
πυώδη, μπορεί όμως να είναι και καθαρά υγρά και τα οποία κολλούν στο
εσώρουχο. Η λευκόρροια αυτή συνοδεύεται από πόνους στην πύελο,
στο υπογάστριο, χαμηλά δηλαδή στην κοιλιά, και πίσω στην οσφυοϊερή
περιοχή, πιο χαμηλά από τα νεφρά. Επίσης παρατηρείται πόνος στη διάρκεια της εμμηνορρυσίας, αλγομηνόρροια, και πόνος στη σεξουαλική επαφή, δυσπαρεύνεια. Δυσουρία, συχνή τάση για ούρηση και πόνοι στην κύστη παρουσιάζονται πολύ συχνά.
Η οξεία τραχηλίτιδα, που δεν της έγινε θεραπεία εξελίσσεται σε χρόνια με εξάρσεις. Οι χρόνιες μπορεί να δημιουργήσουν επιδερμοποίηση του βλεννογόνου, η οποία οδηγεί στην κανονική ουλοποίηση ή εμφάνιση δυσπλασίας. Επίσης, είναι μια από τις μεγάλες αιτίες στειρότητας. Σε αυτή μεταβάλλεται η ποιότητα της βλέννας του κόλπου, έχει όξινη αντίδραση και είναι γεμάτη μικρόβια, πράγμα βλαπτικό για το σπέρμα.
Θεραπεία
Στην οξεία τραχηλίτιδα
χορηγούνται αντιβιοτικά, τα οποία πρέπει να δίνονται μετά από
μικροβιολογική εξέταση του υγρού και του αντιβιογράμματος. Στην οξεία φάση αποφεύγουμε τη χρήση οργάνων και τοπικές θεραπείες για να μη μεταφερθούν προς τα πάνω μικρόβια. Αν όμως
χρειαστεί να εφαρμόσουμε τοπική αντιβίωση θα διαλέξουμε προϊόν που δεν
καταστρέφει το μικρόβιο που ονομάζεται βάκιλος Doderlein και ο οποίος
σχηματίζει τη χλωρίδα του κόλπου για να μην αναπτυχθεί με την καταστροφή
της κολπίτιδας. Στη χρόνια, η θεραπεία βασίζεται στην καταστροφή του βλεννογόνου, η οποία επιτρέπει την αναγέννηση του επιθηλίου. Αυτό επιτυγχάνεται με ηλεκτροπηξία σε συνδυασμό με αντιβίωση και αντιφλεγμονώδη θεραπεία. Χρησιμοποιούνται σουλφαμίδες ή νιτροφουράνια, ειδικά το συνδυασμό φουραζολιδόνη και νιφουροξίμη.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου